- σεϋμουριάμορφα
- τα, Ν(παλαιοντ.) τάξη απολιθωμένων ανθρακοσαύριων αμφιβίων, λείψανα τών οποίων ανακαλύφθηκαν σε αποθέσεις τού περμίου κυρίως στο Τέξας τών ΗΠΑ.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. seymouriamorpha < seymouria (πρβλ. σεϋμουρία) + -morpha (< μορφή)].
Dictionary of Greek. 2013.